Πλοήγηση ανά Λήμμα "γυμνός"
Αποτελέσματα 16-30 από 30
-
Κάλλιου ξ΄πόλ΄τους. μ[ερι γυμνός
(1925) -
Κι ο γδυμνός έχει γιορτή
(1876) -
Κοντά, και μη γυμνά
(1952)Εννοεί τα φορέματα, και αλληγορικά κάθε δουλειά. Να μη φτάνουμε στην υπερβολή -
Νηστικός στήκνεις· ΄υμνός τζο πορείς να σταθείς
(1951)Νηστικός στέκεσαι· γυμνός δε μπορείς να σταθείς -
Ο γδυμνός τον πεινασμένον
(1876) -
Ο υμνός φεύgει ση γωνία, ο νησιτκός βγαίνει σο θύρι
(1951)Ο γυμνός φεύγει στη γωνία (του σπιτιού), ο νηστικός βγαίνει στην πόρτα. Έχει την ίδια έννοια με την προηγούμενη. Τις έλεγαν σα δικαιολογία όταν ξόδευαν κάτι για να ντυθούν. Την έλεγαν κι αλλιώς. Ο ύμνος φεύgει πέσου, ο ... -
Χίλιοι γδυμένοι δε ντύνουν ένα γυμνό
(1889)