Browsing by Lemma "Νώε"
Now showing items 3-7 of 7
-
Η κιβωτός του Νώε
(1943)Σαν επίθετο, για κάτι που περικλείει αταίριαστα και πολλά πράγματα ανακατωμένα, ή για κάτι πολύ γεμάτα από ανθρώπους -
Κάμε με Νώε, να σε κάμω προφήτη!
(1910)
Now showing items 3-7 of 7