Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Λιουδάκη, Μαρία"
-
Έβγα έξω και μπομπέψου κι' έμπα μέσα και πορέψου
Λιουδάκη, Μαρία (1939)Από το σπίτι σου να εξοικονομήσαι ως μπορείς -
Έβγα έξω και πομπέψου κι' έμπα μέσα και πορέψου
Λιουδάκη, Μαρία (1939)Μη ζητάς από τη γειτονιά δανεικά, καλύτερα να κυττάξης και θα οικονομηθής από το σπίτι σου -
Έβγα όξω και μπομπέψου, έμπα μέσα και πορέψου
Λιουδάκη, Μαρία (1940)Καλύτερα θα κάμης τη δουλειά σου με τα υπάρχοντα, παρά να βγης να ζητάς βοήθεια από ξένους -
Έβγαλ' η νύφη μας γοργάδα το Σαββάτο βράδυ βράδυ
Λιουδάκη, Μαρία (1940)Το λεν γι αυτές που προκόβουν την τελευταία στιγμή -
Έβγαλ' η νύφη μας ξεσκ'ναδα το Σαββάτο βράδυ βράδυ
Λιουδάκη, Μαρία (1940)Το λεν όταν κάθεται κάποιος όλη την ώρα, κι άμα περάσ' η μέρα πιάνει δουλειά -
Έκαμε μια τρύπα στο νερό
Λιουδάκη, Μαρία (1939) -
Έκλασ' η νύφη τη εσκόλασ' ο γάμος
Λιουδάκη, Μαρία (1939)Το λέω όταν διαλυθή κάποια παρέα έτσι απότομα -
Έλα παππου μου να σε μάθω το χωριό σου
Λιουδάκη, Μαρία (1939)Το λεν σε κείνους που θέλουν να διδάξουν ένα που τα ξέρει -
Έλα παππου να σε μάθω τ' αμπέλια σου
Λιουδάκη, Μαρία (1938) -
Έλα, παππού μου, να σε δείξω τ' αμπέλια σου
Λιουδάκη, Μαρία (1937) -
Έμαθ' ο γάιδαρος γυμνός και ντρέπεται σαμαρωμένος
Λιουδάκη, Μαρία (1937)Το λεν όταν αναζητά κάποιος προηγούμενη ζωή του αας ήτονς και χειρότερη -
Έμαθε ξυπόλητος και ντρέπεται ντυμένος
Λιουδάκη, Μαρία (1939)Το λεν σε κείνους που νοσταλγούν παλιά ζωή, έστω και χειρότερη -
Έμαθεν αξυπόλυτος και ντρέπεται παπουτσωμένος
Λιουδάκη, Μαρία (1939)Γι αυτον που νοσταλγεί παλιά ζω ή χειρότερη -
Έμαθεν η νοικοκερά και κάνει τα ψωμιά μικρά κι έμαθεν κι ο στοιχητός και τα παίρνει από δυό
Λιουδάκη, Μαρία (1937)Στοιχητός = παραγυιός που πάει στα κτήματα -
Έμορφο παιδί στην κούνια, άσχημο στο παραθύρι
Λιουδάκη, Μαρία (1938)Όταν το παιδί έμορφο μωρό, θα 'ναι άσχημο μεγάλο