Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Τσαντίλης, Χαρ."
-
Γέρακα τσαι έ φφελάου το ψωμί τι το χαλάου
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Οίον: γέρασα και δεν φελάου=αξίζω...κ.λ.π -
Για το παλεθύρι να κλείσου τη – μ – πόρτα;
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Ερμηνεία: Δηλαδή για ένα νόσημα ελαφράς μορφής που συνέστησαν οι γιατροί κάποια δίαιτα, ο ασθενής λέγει ότι δεν κάμνει δίαιταν – νηστείαν, εις βάρος της ζωής του διότι από τη δίαιτα θα πεθάνη. Παλεθύρι= νόσημα και πόρτα= η ζωή -
Ελίγια μ' αγριλλίγια μου πότε μεγαλώκατε πότε ποδαρώκατε
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Η ντροπή βαστά το φφράχτη τσ' η ματσούκα το δδιαβάτη
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Ματσούκα = η βέργα, τον διαβάτη = τον κλέφτη που περνά έξω από το αμπέλι και κλέψη... -
Η παντρειά είναι χαλκουματένιο ποκάμισο
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Διότι δεν μπορεί να το αλλάξη κανείς σ' όλη του τη ζωή, ούτε να το πετάξη αν τον στεναχωρεί -
Κάλλιο θερίου γλώσσα, μπέρι αθθρωπινή!
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Προτιμότερον να σε δακώση θηριό παρά η γλωσσοφαγιά -
Κλαίγε το νιο που δέρνεται το γέρο που τσοιμάται
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Λίγα λόγια τσαι δεμένα, για να ν τάχεις κερδισμένα
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Μάης ο πενταφάγουτος τσαι πάλι πεινασμένος
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Τον Μάη μεγαλώνει η ημέρα και ο άνθρωπος τρώει, τρώει και πάλι πεινασμένος είναι -
Με το ννό πλουταίν' η κόρη με τη γνώσι η ακαμάτρα (η τεμπέλα)
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Φρούδαι ελπίδες – χίμαιρα -
Μεγάλο καράβι, μεγάλα καρφία
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Μόν' ο Θεός αλάθευτος
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Ξένα θερίζεις, τραγουσάς κακό χχειμώνα το μ περνάς
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Όποιος θερίζει ξένα δικό του στάρι δεν έχει -
Ξένος πόνος σε ξένα άντερα ε χλωρεί
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Ο Απρίλης πρίσσει πρόβατα τσαί Μάης τα γελάδια τσ' ο Θεριστής παλιόβοδια τσ' Αύγουστος παληκάρια
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Πρίσσει = τρέφει -
Ο κόσμος χάνεται τσ' ο πούττος λούζεται
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Ο τρελλός είδε το μμεθυσμένο τσ΄ έφυγε
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Ο τρελλός φοβήθηκε μόνον τον μεθυσμένο