Πλοήγηση ανά Λήμμα "ζαρώνω"
Αποτελέσματα 1-8 από 8
-
Ζαρών σαν το ζαγάρ ούτας το δείρουν
(1895) -
Ηζάρωσα σαν τσακάς
(1885)Ερμηνεία: (υπό του ψύχους) κυρτούμαι, βαδίζω κλίνων προς τα εμπρός. Σημείωση: τσακάδες λέγονται τα μικρά εκείνα μαχαίρια, ων η λεπίς είναι προσαρμοσμένη διά γιγγλύφου ως την λαβίδα και καμπτομένη εισέρχεται εντός αύλακος -
Ηζάρωσα σαν τσακάς αφ' το κρύο
(1885)