Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 95-114 από 131
-
Η γούλα σου κι η τσούπα σου κι η τρακαλαφατίνα σου
(1940)Ο λαιμός σου κι η τσούπα σου και η τρακαλαφατίνα σου. Για τους λαίμαργους όλο σκέφτονται το λαιμό τους, το στούπωμά του και το τριπλό, αν είναι δυνατό, καλαφάτισμά του. -
Η δούλα του ση χρείαν κάεται
(1940)Η δούλα του στό αποχωρητήριο κάθεται. Πρός όσους αγαπούν να στέλνουν σε θελήματα τους άλλους, χωρίς να μπορούν ούτε να τους επιτρέπεται να διατάζουν. Ας φωνάξουν τή δούλα τους να πάει, πού αυτήν τή στιγμή, ειρωνεία, ... -
Η κακή η γυναίκα ίσαμε το Πιστεύω στέκει σην εγκλεσία, παραπάνου 'κι πορεί
(1940)Ερμηνεία: Η κακή γυναίκα ως το Πιστεύω στέκεται στην εκκλησία. Περισσότερο δε μπορεί -
Η κόρ' εγάπανεν τον χορόν και ηύρεν λυριτζήν άντραν
(1940)Η κοπέλα αγαπούσε τον χορό και βρήκε άντρα λυριτζή. Αντίστοιχο με την παροιμία: Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι -
Η κορόνα, αφότι εκουλάκευεν τα μωράτες, εβγάλλινεν τα μάτια τουνα
(1940)Το κοράκι, την ώρα που χάϊδευε τα παιδιά του, έβγανε τα μάτια τους -
Η μαθράκα: βαραράκ βαραράκ λέει
(1940)Ο βάτραχος: βαραράκ βαραράκ, λέει. Οι συνάνθρωποί μου με βλάφτουν και με αδικούν σήμερα, μα ο βάτραχος λέει: Έστι δίκης οφθαλμός -
Η πεθερά μ' εμένυσε: η νύφε μου σαν κι εμέν ας έρκεται
(1940)Η πεθερά μήνυσε: η νύφη μου σαν κι εμένα (όπως είμαι κι εγώ) ας έρθει -
Η τσούνα 'κι επαιδεύκουτουν, τα τσουνοπούλια παίδευε
(1940)Ερμηνεία: Η σκύλα παιδεμό δεν είχε, παίδευε τα σκυλόπουλα -
Ήτον κι ο χρόνος δίσεχτος κι η νύφη γαστρωμένη
(1940)Για την αποτυχία που έρχεται πάνου ς' άλλη αποτυχία, για το δυστύχημα που έρχεται πάνου ς' άλλο δυστύχημα. -
Θάγμαν κι ανελέτι, γιούδουλον κι ιπρέτι!
(1940)Θαύμα κι ανελέτι (πολύ παράξενο, αξιοθαύμαστο) είδωλο και ιπρέτι (πολύ άσκημο πράμα!). Εκφραστικό του θαυμασμού, για όμορφο ή και για άσκημο πράμα