Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Μανούσος, Αντώνιος"
-
Όποιος καλά κάθεται και πλειό καλά γυρεύει, ο διάολος ΄ς τον κώλο του κουκιά του μαγειρεύει
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος καλά κρατει, καλά σημαίνει
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος κλέφτει το αυγό, θα κλέψη και την όρνιθα
Μανούσος, Αντώνιος (1880)Ως η αρχαία: Ος κλέπτει το ωόν, κλέψει δη και την όρνιν -
Όποιος κρυφά πανδρεύεται ςτα φανερά μπομπεύεται
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος κυνηγά πολλούς λαγους μήτε ένα δεν τσακώνει
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος κυνηγάει δυό λαγούς κανένα δεν αδράζει
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος μαντάτον έφερε κείνος το φόνον έκαμε
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος μήνας έχει ρω, 'ς το κρασί ποτέ νερό
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος πάρει χίλια πέρπυρα και καλόυδια γυναίκα, τα χίλια πάν ΄ς τον άνεμο κι η κακουδιά απομένει
Μανούσος, Αντώνιος (1880)Κακουδιά , κακομούρικη, ασχημοπρόσωπη, συχαμένη -
Όποιος πηδά πολλά παλούκια, 'ς ένα κάπως θα σκαλώση
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος πλουταίνει με το νου ογλήγορα φτωχαίνει
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος πνίγεται από τά μαλλιά του πιάνεται
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος πονεί πάει 'ς του γιατρού
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος πουλεί 'ς την πόρτα του, πουλεί 'ς την Βενετία
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος προσκυνώντας κλαίει, μόνον ταις μετάνοιαις χάνει
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος ρίχνει πέτρες στα πηλά, μουτσαλώνεται
Μανούσος, Αντώνιος (1880)Ήγουν λασπόνεται, κατασπιλούται, Αλειμμουρδώνεται -
Όποιος ρωτά, μαθαίνει
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος σ' αγαπά σε κάνει και κλαίεις και όποιος σ' οχτρεύεται σε κάνει και γελάς
Μανούσος, Αντώνιος (1880) -
Όποιος σκάφτει ξένου λάκκο, πέφτει μέσα ο ίδιος
Μανούσος, Αντώνιος (1880)