Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κριάρης, Αριστείδης Ι."
-
Σαν μάθ' ο σκύλλος 'ς τα παληοπέτσια όλο πετσί φωναζει
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σαν μπη η γι' όρθα 'ς το σωρό παρασκαλίζει κι όλας
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σαν ξεπέση ο Οβραίος τα παληά ντεφτέργια πιάνει
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920)Ντεφτέργια = εμπορικά βιβλία, κατάστιχα -
Σαν ξεπέση ο Οβραίος τα παληά ντεφτέρια πιάνει
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σαν πεινας και δε νυστάζεις όσο θέλεις κουρκουμόσου
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920)Κουρκουμόσου κουρκουμόνομαι = σκεπάζομαι, και ύπτομαι ετελώς όλος με σκεπασμάτι -
Σαν πονέση του γαιδάρου η ψυχή αμποντερέβγει τ' άλογο
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920)Αμποντερέβγω = προσπερνώ τινα εις το βάδισμα δρόμον, πήδημα -
Σαν σε βρη ο πειρασμός δέξου τον 'σαν αγιασμό
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σαν σε βρή Θεού οργή δέξου την και μη μιλής
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σαν σου 'πούνε πως μεθείς πιάσ' το τοίχο πήγαινε
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σαν το θέλη το γουλί μου, πως θα κάμω για την ψυχή μου;
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920)Γουλί=η κοιλιά μου, η όρεξίς μου. -
Σε χίλιαις όρθαις αητός νικά
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σιγά σιγά κοτουλα μου κ' εγώ σε μαγερεύγω
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σιγουρομπερδούκλωνε να μη καμπογυρίζης
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920)Σιγουρομπερδούκλωνε = περίπλεκέ τα σίγουρα, διόρθωνε στερεά τις δουλειές σου -
Σκότωνε κουζουλούς πλέρωνε τζερεμέδες
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σκούπιζε το σπήτι σου να σου φανή μεγάλο
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σκύλλος σε 'δάγκασε; Βάλ' από το μαλλίν του
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σους κ' εσύ και σους κ' εγώ και πάρε συ τα πενήντα κ' εγώ τ' άλλα πενήντα
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Σπάσε το 'να τσικάλι να το βάλης ς' τ' άλλο
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920) -
Στ' άτεκνου την αυλή νερό ανε 'μπορής, μη πιής
Κριάρης, Αριστείδης Ι. (1920)