Πλοήγηση ανά Λήμμα "κάνω"
Αποτελέσματα 593-612 από 774
-
Σα θες να μη σου κάμουνε, σα θες να μη σου πούνε, μη – κάμης, μη σου κάμουνε μην – μην να μη σου πούνε
(1919)Ο εν μίσεις έτερω μη ποιησής -
Σαν έκαμες την εκκλησιά κάμε και τ' άγιο βήμα
Ερμηνεία: Οι το κάλον ποιούντες πρέπει να το αποτελειώσουν -
Σαν έκανες την εκκλησιά, κάμε και τ' άγιο δήμα
(1893)Ερμηνεία: Όταν αρχίζη τη καλόν τι έργον πρέπει να φέρη αυτό είς πέρας -
Στούν έκαμι τ' λούμ (από το ξύλο)
(1926) -
Σύρε τζαί μεμ με κουντάς, τζ' ό,τι κάμεις κάμνω το διπλόν τζαι το τρίδιπλον
(1940)Η αραιά καλλιέργεια διά τα κουκκιά είναι μάλλον αποδοτική -
(Συνέβαλε ο ένας, συνέβαλε ο άλλος) έκαμαν τον όρη τζαι νουνά μετά μου
(1930)Συνεβάλλω = προτρέπω, εξωθώ, εξεριθίζω