Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 560-579 από 717
-
Το κεσκίνιν dο μασαίρι κόφτει, ζαϊρ 'α νάρτει τσ αν dαρός 'α κορευτεί
(1951)Το κοφτερό το μαχαίρι κόβει, όμως θάρθει κι ένας καιρός να στομώσει -
Το κόστσινό μου κοστσινίστη, κρέμασαν d' ατζά
(1951)Το κόσκινό μου αποκοσκίνισε, το κρέμασαν εκεί πάνου. Όταν ένας γεράσει ή χάσει τη δύναμή του, οι άλλοι τον περιφρονούν. Πόντ. Α.Π. αρ. 767: Καινούργο μ' κοσκίν', που κρεμάνω σε; και σαν παλώντς παπού σύρω σε; -
Το κορίτσι λέν dα ενgαό καό, άμα το γαιρίδι σον gώ τζο μbορεί νdα τσενdήσει, που καυτσέται τσαί κάθεται
(1951)Άπραγος άνθρωπος. Τη φράση την έλεγαν πιο πολύ πειραχτικά για τις υποψήφιες νύφες, που τάχα ήταν καλές, ενώ δεν άξιζαν -
Το κούτζιν dου σο γαϊρίδι τζο φτάνει, κουπανίζει το σαμάρι
(1951)Η δύναμη του στο γαϊδούρι, δε φτάνει, χτυπά το σαμάρι -
Το μασαίρι σ΄ εν΄ gεσκίνι, κόφτει τσαί τα δύο τα μερόθες
(1951)Το μαχαίρι σου είναι κοφτερό, κόβει κι από τις δυό μεριές. Τόλεγαν στους δυνατούς, όταν ήθελαν να τους κολακέψουν -
Το μασαίρι τ' αβίν dου τζό πελεκά
(1951)Το μαχαίρι τη λαβή του δεν την πελεκάει. Ένα δικό του άνθρωπο κανείς δε θέλει να τον βλάψει. Λαβ. 189 -
Το μαχτσούμι τ' α μη κουάψει, βυζί τζο δίτουν dα
(1951)Το μωρό που δε θα κλάψει, βυζί δεν του δίνουν -
Το μέγον dου νοματού το κατζί χαρ βαχίτ νdα πιέσ'
(1951)Του μεγάλου ανθρώπου το λόγο κάθε φορά να τον πιάνεις (λογαριάζεις) -
Το μεράχι σου φτένεις τα ιτσιράς
(1951)Την επιθυμία σου την πραγματοποιείς. Ότι σκεφτείς το κάνεις. Στους δυνάτους και επίμονους -
Το μισημέρι 'γώ τζο πορώ νdα βρώ, τσαι συ 'ρεύ νdα βρείς σκοτεινά;
(1951)Το μεσημέρι εγώ δε μπορώ να το βρώ, και συ γυρεύεις να το βρείς στα σκοτεινά; -
Το νεκέση ο νομάτ' 'φήνει 'ς τα 'φτάλμε, κλαι' 'ς τα φρύδε
(1951)Ο τσιγγούνης άνθρωπος παρατάει τα μάτια, κλαίει για τα φρύδια, δηλαδή παραπονιέται ψεύτικα