Πλοήγηση ανά Λήμμα "παθαίνω"
Αποτελέσματα 52-71 από 298
-
Έπαθε του γαϊδάρου τη συμφορά
(1889) -
Έπαθε του λιναριού τα πάθη
(1937) -
Έπαθε των παθών του τον τάραχον
(1880) -
Έπαθε – έμαθε
(1907) -
Έπαθες μα δεν έμαθες
(1956) -
Έτσι τη bαθαίνουν όσοι έχουνε κοκόρου γνώση
(1963)Ερμηνεία: Λέγεται όταν κανείς ταλαιπωρηθή, αποτύχη, ζημιωθή κ.τ.λ., λόγω επιπολαιότητος, απρονοησίας, απερισκεψίας -
Έχεις ένα τσεκούρι να μου δώσης; Τι έπαθαν τα τσεκούρια!
(1942)Συνήθης απάντησις όταν ρωτάς αν έχη κάτι κανείς -
Εθελές τα τζ' επαθές τα. Τζαι τόρα ειντάσεις τζαι κλαις τα;
(1940)Ερμηνεία: Επί όσων εξ υπαιτιότητος των υπέστησαν δυσάρεστα -
Εθελές τα τσ' επαθές τα!
(1943)