Πλοήγηση ανά Κείμενο
Αποτελέσματα 43337-43356 από 142579
-
Ζέφκι αγάς, στα κόπρια (Βεν. Παρ. 91 Ζ 9)
(1923)Ζέφκι=η λέξις τουρκική, σημαίνουσα διασκέδασις, απόλαυσις -
Ζέχνουν τα χνώτα του
(1917) -
Ζει και ζώνιτι
Όσες φορές γίνεται λόγος για γριές και γέρους, που δε ξαίτουν αν ζουν ή πέθαναν. Αν ζουν λένε αυτή τη φράση -
Ζεμάτισε λαγό, να ιδής πηδήματα
(1876) -
Ζεματάω
(1894)Τιμωρώ τινά είτε διά λόγου, είτε διά ξύλου: “με ζεματίσανε”-”τα λόγια που του είπε τον εζεμάτισε”