Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Διαμαντάρας, Αχιλλέας"
-
Σείουνται ούλες αι μπλεμένες τσ' ε (και η) τσιλλοπορδού στη μέση
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Σία τσ' εκάτσαμεν (ή ερράξαμεν)
Διαμαντάρας, Αχιλλέας (1915)Ερμηνεία: Επί των αποτόμας την εργασίαν ή του λόγου διακοπτόντων εξ'αγνοίας ή αμαθείας -
Σκάπουλλα κάβο (ή κάο) Μαλιά δε καταχέση μι δε τη χάρτα
Διαμαντάρας, Αχιλλέας (1915)Ερμηνεία: Όταν διαφύγω τον κίνδυνον ουδενός πλέον έχω ανάγκη -
Σκαρίν την έβγαλα την νύχτα
Διαμαντάρας, Αχιλλέας (1915)Όρθιος διήλθη κ' άγρυπνος, ως όρθιος είναι οι πάσσαλοι (τα σκαργιά) εφ' ων σκαρώνεται το πλοίον -
Στ' αντρού τα κομποδέματα πετειέται κ' η γυναίκα
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Στην αναβρεσάν 'ν' τσαι το χαλάζι
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Στην πομπήσου, κυρ Γεννάρη, τ' αρνίν αρνίν εγέννηκε τσ'ε προβατίνα σίλιασε μα δυό μέρες τον Φλεάρι ε διάολος τημ μάντρα θα πάρη
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΣίλιασε=εχίλιασε -
Στο βάγια 'ναι εεί εντόκου
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΟλκός, εξ ου καθέλκουσι τα πλοία εις την θάλασσαν -
Σύρε πόνο για μορφιά
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Σύρε πόνο για μορφκιά
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Συμπέθθερε, συμπέθθερε, πουλάς την τη γαδούρα; Δεν την πουλώ, συμπέθθερε, γιατ' είναιν κοντονούρα
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΕίναι παροιμία; -
Τ' άη Λιά
Διαμαντάρας, Αχιλλέας (1889)Σημαίνει πάντοτε και εν πάση άλλη εποχή τον γέροντα βεβρεγμένων ενδύματα, εκ του εθίμου της εμβαπτίσεως εκ την θάλασσαν κατά την ημέρα του προφήτου Ηλία -
Τ' αγαπά καρδιά τ' αθρώπου το σοράτερον (χειρότερον) του κόσμου
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Τ' αγαπά καρδιά τ' αθρώπου, το σωρόττερο (χειρότερον) του κόσμου
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Τ' ακαμάτη τα σκυλιά μιας φουρνάδα ψωμιά
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Τ' αμπέλια αμπελουργούς θέλουν τσαί το καράβια ναύτες
Διαμαντάρας, Αχιλλέας