Πλοήγηση ανά Λήμμα "θερίζω"
Αποτελέσματα 39-58 από 124
-
Θέλεις θέριζε και δένε, θέλεις δένε και κουβάνιε
(1960)Αι εργασίαι του θερισμού, θέρος, μεταφορά, δέσιμο, φαίνεται ότι θα ήσαν λίαν επίπονοι εκ του ρητού -
Θέλεις θέριζε και δέννε, θέλεις δέννε και κουβάλει
(1957)Λέγεται όταν κανείς δεν δύναται μόνος να φέρη αποτέλεσμα εκεί όπου θα έπρεπε να ήσαν περισσότεροι -
Θέλεις θέριζε και δέννε, θέλεις δέννε και κουβάλει
(1958)Λέγεται όταν κανείς δεν δύναται μόνος να φέρη αποτέλεσμα εκεί όπου θα έπρεπε να ήσαν περισσότεροι -
Θέλεις θέριζε και δέννε, θέλεις δέννε και κουβάλειε
(1948)Για κείνους που κάμνουν τις όμοιες δουλειές -
Θέλεις θέριζε και δίννε, θέλεις δίννε και κουβάλιε
(1932)Φανερή ανισότητα αφίνει για τον εαυτό του τη μιά εργασία το κουβάλημα ή το θέρισμα -
Θέλεις θέριζε τζαι δήννε, θέλεις δήννε τζαι κουβάλε
(1940)Επί οκνηρών, που προβάλλουσι κωλύματα διά να αποφύγωσιν υποχρέωσιν τίνα -
Θέλεις θέριζε τζαι δίννε, θέλεις δίννε και κουάλε
Ερμηνεία : επί των ευρισκομένων εις δύσκολον λύσιν ή υποχρεωμένων να διεξάγουν το μεγαλύτερον ή δυσκολότερον έργον μιας εργασίας και επί των μη δυναμένων ν΄ αποφύγουν δυσκολίαν ή αμηχανίαν τινά -
Θέλεις να με χαρής, θέρισ΄, με συγχλώριν
(1965)Λέγεται για το σιτάρι, που θα πρέπει να θερίζεται προτού τελείως και ξεραθή ο στάχυς (βλ. 95, 135, 147)