Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 312-331 από 717
-
Ο Θϊός 'αρ να κρούν'κε 'τι σου στσυλλού το κατζί, κάτα μερά χα χάσει α σπίτι
(1951)Ο Θεός αν ήταν ν' ακούσει του σκύλου το λόγο, κάθε μέρα θα κατάστρεφε ένα σπίτι -
Ο κόσμος βίτεψεν gως, μεις μο του 'α ειπούμ' dι “τσούς” στήκνεται;
(1951)Ο κόσμος πέταξε κώλο (πήρε τον κατήφορο), μεις με το να του πούμε “τσους” (όπως στα γαϊδούρια) στέκεται;. Τόλεγαν σε κείνους, που όλο γκρίνιαζαν πως η νέα πλάση πήρε κακό δρόμο -
Ο κορνουκσούζης ποίτσε α υιός 'α νdα 'γαπήσει dέϊ έβgαλεν dα 'ρτσίδε του
(1951)Κορνουκσούζης = ταμαχιάρης, λαίμαργος -
Ο λύκον ας σα μετρημένα πα τρώει
(1951)Η παροιμία είναι γνωστή στην άλλη Ελλάδα με αντίθετη διατύπωση -
Ο λύκος σαμού συννεφϊέζ' ο χαβάζ', 'υρεύει τα
(1951)Ο λύκος όταν συννεφιάζει ο καιρός, του αρέσει -
Ο Μάρτης 'ύρεψεν α ημέρα 'ς τον Απρίλ' δανεικό, να μbάσει τη γρα σο χαρϊένι
(1951)Ερμηνεία: Ο Μάρτης γύρεψε μιά μέρα από τον Απρίλη δανεικιά, για να μπάσει τη γριά στο καζάνι. Συνοδεύεται από κείμενο... -
Ο Μάρτης λένκεν dι: Άρ να μην bοίκω σειμό σα έννα, αποίκω σα δεκαϊννά, αρ να μην bοίκω σα δεκαϊνά, σα είκοσιεννά 'α νάρτω μο τον αραπά
(1951)Ερμηνεία: Ο Μάρτης έλεγε αν δεν κάμω χειμώνα στις εννιά, θα κάμω στις δεκαεννιά, αν δεν κάμω στις δεκαεννιά, στις εικοσιεννιά θε νάρθω με τον αραμπά, δηλαδή ο Μάρτης οπωσδήποτε θα φέρει κακοκαιρία -
Ο μάστρος σως το μισημέρι ένι νηστικό ΄ς το μισημέρι ΄στέρου χορτανέσκει
(1951)Ο μάστορας ως το μεσημέρι είναι νηστικός, από το μεσημέρι κι ύστερα χορταίνει. Όποιος ξέρει μια τέχνη, μόνο για λίγο μπορεί να μείνει άνεργος. Λεβ. Ποντ. Α.Π. αρ. 1473 : Τ΄ αργάτ΄ η γυναίκα ους το μεσημέρ΄ πεινά -
Ο μύος πήε σο σέλι τσαί συ αραdίζεις 'κόμη τα κροτάλε;
(1951)Ο μύλος πήγε στην ποταμοπλημμύρα και συ γυρεύεις ακόμα τα βαρδάρια του;