Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Διαμαντάρας, Αχιλλέας"
-
Νηστεύει δούλος του Θεού γιατ΄εν έχει να φάη
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Νύμφη μου καματερή, κάθε Σαββάτο βράδυ τσαι την τσεργιατσήν ερώτα, παά – πέτρα, κάμνου ρόκα;
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Ο γέρος τσ' α στολίζεται, στ' ανήφορο γνωρίζεται
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Ο Θεός αρφανά 'καμε, άμοιρα δεν έκαμε
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Ο θεός να σε φυλάη από έρωτα γριάς, μέσ' στο σβέρκο σ σου κολλειέται σαν τημ μυία στο κριάς
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Ο κιμιτζής με τον ήλιον και ο στεργιανός με το λίχη
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΛίχη=δυσανάγνωστος κ΄ φέξις – λύχνο -
Όγιος γέρος δεν κρατεί, θέλει δέκα μετ' αυτή απού κάτ' απού τ' αφτί
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΜετ' αυτή = την ράβδον δηλαδή -
Όγιος τρώει σκόρδους, βρωμά σκορδιάκας
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Όγιος τρώει σκόρδους, βρωμά σκορδιάκας
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Όγοιος δεν έχει νούν έχει χειροπόδαρα
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΟ συλλογεύς δεν προσθέτει ερμηνείαν σχεδόν πουθενα -
Όλες του Μάρτη φύλαε και τ' Απριλιού τις δέκα κι' ακόμη και στις δεκοχτώ έχε το μάτι σ' ανοιχτό
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Όντας ήμουν νέος κι' εγάπουν αφ' τον μπροστινόν εκράτουν
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΉμην ο έμπροσθεν του χορού -
Όντας ήμουν νέος τσ' εγάπουν αφ' το μπροστινόν εκράτουν
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Όποια θέλει να (γ)εράση, αργαστήρι να (γ)ουράση. Τσ' όγια θέλει νάναι νεά, ας πλουμίζη τα πλουμιά
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΑργαστήρι = αργαλειός -
Όποιος ανακατεύγεται με τα πίτερα, τον τρων οι όρνιθες
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Όποιος θέλει ν' αγαπήση, θέλει να χασομερήση, θέλει τσ' άσπρα να ξοδιάση τζαι να μην τα λοαριάση
Διαμαντάρας, Αχιλλέας