Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε."
-
Ε βίει τ' αντζέλου του νερό
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Δε βίει τ' αντζέλουτου νερό. Βίει = δίδει. Επί των άγαν φιλαργύρων οίτινες και εις τον φύλακα άγγελόν των, όστις κατά τας λαϊκάς δοξασίας παρακολουθεί κάθε άνθρωπον, δεν προσφέρον ουδέ ένα ποτήρι νερό -
Έναπ παιϊ εν αρφανεύγ' από πατέρα
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Δηλαδή, η στέρησις κυρίως της μητρός και ουχί του πατρός είναι η αληθινή ορφάνια -
Έπεσα τ' άστρα τσαί 'φάα τα οι χοίροι
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Επί αριστοκρατικών ποτε οικογενειών, νυν περριελθουσών εις εκπτώσιν της θέσεως των -
ΕΓια πουλλιά εν έρκουτται, πουλλιά εν ανατέλλου
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Εγιά = εδά, εδώ, έρκουτται = έρχονται, ανατέλλου – ανατέλλουν = εμφανίζονται -
Εγιώ καλοπαντεύτηκα τσ' ας κλαίη που με πήρε
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Δηλαδή μετά την πώλησιν τινος ή την λήξιν υποθέσεως, η ανακάλυψις της πλάνης ανωφελής -
Εέννησέσ η μάννα σου να μοιάσης του τσυρού σου
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Ερμηνεία: Δηλαδή τα ελαττώματα των απογόνων οφείλονται εις τους γεννήτορας -
Οι Στρίγλες
Είναι γυναίκες δαιμονισμένες, γυρίζουν τοις νύχτες και έχουν υπερφυσικές ιδιότητες. Η εποχή που πλεονάζουν είναι το Σαραντάμερο. Η φαντασία του λαού τοις περιγράφει με σηκωμένα τα μαλλιά της κεφαλής τους να τριγυρνούν και να ουρλιάζουν κατά τρόπον τρομακτικόν. Απ’ αυτό και αι εκφράσεις «στρίγλικη φωνή», «φωνάζει σα στρίγλα», κ.λ.π., υπάρχουν δε και άντρες στρίγληες. Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935) -
Η Σχίζα του Μεσημεριού
Είναι είδος Νεράϊδας ασπροφόρας που βγαίνει ακριβώς το μεσημέρι και βλάφτει τα μικρά παιδιά που βρίσκει έξω εκείνη την ώρα. Οι μητέρες απαγορεύουν τα παιδιά των να γυρίζουν έξω την ώρα του μεσημεριού και τα φοβερίζουν λέγουσαι «ω μάννα παιϊμ μου που θα πάης τέδοιαν ώρα να σε μπτσάη η Στσίζα του μεσημεριού». [Σχίζα= Η σχίζα δηλ. το λεπτόν τεμάχιον ξύλου, κατάλληλον προς καύσιν. Μεταφορικώς δηλοί ακριβώς... Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1936) -
Επήα τσαί τα 'ούλευγες τσαί τάχες βουλεμένα
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Βουλεμένα – δουλευμένα -
Επήαινες για μαλλί τσαι συ 'βγες κουρεμένος (νη)
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Αι προσπάθειαι προς κέρδος φέρουν ενίοτε ζημίαν -
Επρόκοψε – ν η νύφφη μας το Σάατο το βράυ
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Βράυ, το = το βράδυ, εσπέρα -
Ευχή γονέων έπαρε τσαί στο ΄ουνίν ανέα
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Ουνί = το βουνό, βουνό -
Ζόρλα Χριστός Ανέστη!
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Ζόρλα= δια της βίας(τουρκικη). Επί των δια της βίας επιβαλλόμενων διαταγών -
Η 'ουλιά εν έχει κατηόρια
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Πρόβλ. “έργον ουδέν όνειδος”. Κατηόρια = κατηγόρια, κατηγορία -
Η γλώσσα του είναι μεαλύτερη 'που τηπ πατούχατ του
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Λέγεται επί των πολυλόγων -
Η καλή μέρα από τσύππωρνο φαίνεται
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Λέγεται κυριολεκτικώς επί των προσώπων ή των περιστατικών ών η καλή ή κακκή αρχή προεικάζει και το μέλλον των -
Η καλή μέρα φαίνεται από το πωρνό
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Λέγεται κυριολεκτικώς επί των προσώπων ή των περιστατικών ών η καλή ή κακκή αρχή προεικάζει και το μέλλον των -
Η κατάρα 'ναι γαάρα τσ' κλουθά το νοικοτσύρη
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Ωε ο όνος ακολουθεί τον γεωργόν εις τον στάβλον ούτω και η κατάρα τον καταρώμενον -
Η μισή ντροπή 'ιτσή σου τσ' η μισή 'ιτσή μου
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Λέγεται επί του αποτολμώντος να ζητήση τι παρά τίνος και ου η άρνησις θα εκθέση και τους δυο -
Η νύφφη 'ποσταγ γεννηθή της πεθθεράς της μοιάζει
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Πόστα – απόστα = αφότου