Πλοήγηση ανά Λήμμα "γάδαρος"
Αποτελέσματα 266-285 από 700
-
Η αγκανίστρα του γαδάρου εφ φτάννει στον ουρανόν
(1940)Δεήσεις και κατάρες μάλιστα από φύσει κακούς δεν εισακούονται -
Ήσπασ' η γαδούρα το σιτζίμι κι ήφαε το ψωμί του;
(1957)Σιτζίμι = τουρκ. Ένα κομμάτι σχοινί, μάλλον ψιλό, που δένενε τα ζωντανά τους στ' αχούρια (φάτνες), ή σε κάποιο παλούκι (πάσσαλο) -
Ηρεξεσέ σε ο γάιδαρος, ν' αποφεύγω ήθελα
(1919)Ερμηνεία: Έλεγχος επί δικαιολογούντων ευσχήμως τας αποτυχίας ή τα παθήματα των -
Ια το άδαρο καβάλλα
(1963)Δηλαδή, αξιολύπητος, χαμένος άνθρωπος, γελοίος, από τη γνωστή διαπόμπευση πάνω σε γάιδαρο