Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Τσαντίλης, Χαρ."
-
Μόν' ο Θεός αλάθευτος
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Ξένα θερίζεις, τραγουσάς κακό χχειμώνα το μ περνάς
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Όποιος θερίζει ξένα δικό του στάρι δεν έχει -
Ξένος πόνος σε ξένα άντερα ε χλωρεί
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Ο Απρίλης πρίσσει πρόβατα τσαί Μάης τα γελάδια τσ' ο Θεριστής παλιόβοδια τσ' Αύγουστος παληκάρια
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Πρίσσει = τρέφει -
Ο κόσμος χάνεται τσ' ο πούττος λούζεται
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Ο τρελλός είδε το μμεθυσμένο τσ΄ έφυγε
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Ο τρελλός φοβήθηκε μόνον τον μεθυσμένο -
Ο τσαιρός πουλεί τα ξύλα τσ΄ο χειμώνας τα γοράξει
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Όποιος 'ποταχυνα έφαγε, τσαι μικρός παντρεύτη μετανοιωμένος εν εβγήτσε
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Όποιος προβατεί με μέτρα, ε φφοβάται ούτε την πέτρα
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Όποιος προβατεί σιγά-σιγά, παγαίνει τσ' όποιος διάξεται ξομένει
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Σακκουλοφόριε τσαί μη – γ – καμαροτρέμεσαι!
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Οίον να φοράς στο κρύο έστω και σάκκους και όχι να τρέμης για να καμαρώνης -
Σπίτι όσο χωρείς τσαι τόπο όσο θιωρείς. (...και χωράφια όσα 'φτάνει' το μάτι σου).
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Το κρομμύδι 'πο ταχύ κάμνει τ' άντερο παχύ τσαι το σκόρδο τη ν ημέρα δώνει της καρδιάς αέρα
Τσαντίλης, Χαρ. (1951) -
Το πουκάμισο, όσο το φορείς τόσο λερώνει
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Μεταφορικώς: Όσα περισσότερα χρόνια ξη κανείς τόσο περισσότερες αμαρτίας κάμνει -
Χαράς τον πούδε τσ' έκρυψε τσ' αλιάς τον πούδε τσαί είπε
Τσαντίλης, Χαρ. (1951)Εκείνος που κρατά το μυστικό του άλλου κι εκείνος που το κοινολογεί.