Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική"
-
Άλλο λέγω του καλού μου κι' άλλος αυτός μου διηγάται
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άλλος σκάφτει και κλαδεύει κι' άλλος πίνει και μεθάει
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άλλος χάσκει κι' άλλος μεταλαβαίνει
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άμαθος από παλάτι είδε φούρνο κι εθαμάχθη
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άμαθος βρακί εφόρειε, κάθε πάτημα το θώρειε
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άμαν έρθη το βιός σου σ' έναν αβγό, δός του μιά gλωτσά να σπάση
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, ΑγγελικήΔηλ. Όταν κανείς καταστραφή οικονομικώς, δεν σώζεται προσπαθόντας να διατηρήση ένα ελάχιστο υπόλοιπο -
Άν στρέψω οπίσω ντρέπουμαι κι' άν πάω εμπρός φοβούμαι
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άνδρας είσαι, φόβον έχεις, κι όθεν πάς, κλωτζιές μαζώνει
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άνθρωπος ο βουλόμενος και ο Θεός βουλοκόπος
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άνθρωπος τ' ανθρώπου μοιάζει και το πράμα του πραμάτου
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άπλωνε το πόδι σου έως εκεί που φθάνει = Allargar l' ale quor del nidio
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, ΑγγελικήΕρμηνεία : Suase di quelli che troppo ardiscono, sopra le loro fozze (ιταλ.) -
Άρπαζε να φας και κλαίπτε νάχης
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άσπρα κακομαζωμένα, είναι κάρβουνα αναμμένα
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άσπρη κόττα στην αυλή σου και γεννήση μη γεννήση
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άσπρος σκύλος, μαύρος σκύλος
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άσπρου περιστεριού τζιμπιά δεν πονεί
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άστράπτει! Να βροντήση θέλει
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Άφησε να σε δείτουνε κι έπειτα βάλσου κλάψε
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Αγάπα η γρήα τον χορόν κι' ηύρηκε άντρα ταμπουρλή
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική -
Αγάπα η Μάρω το χορό κι΄ευρήκε άντρα λυριστή
Κολλυβά – Χατζημιχάλη, Αγγελική