Πλοήγηση ανά Λήμμα "σπέρνω"
Αποτελέσματα 170-189 από 357
-
Κατά που έσπειρες θα θερίσης
(1955) -
Κει που δε σε σπέρνουνα μι φυτρώνισ'
(1917) -
Κει που δε σε σπέρνουνε, να μη φυτρώνης
(1956)Για ένα που ανακατεύεται σε ξένες δουλειές ή λαμβάνει τον λόγο κει που πρέπει να σιωπά -
Κει που εν τον εσπέρουν πάει και νεμμά
(1895)Ερμηνεία: Προς τους αναμειγνυομένους εις ξένας υποθέσεις -
Λινοκόκι έσπειρες, λιτάρι θα φυτρωςη
(1876) -
Λωρα καλή παπά, κουκκιά σπέρνω, και πως τα καλοπερνας; Καλόψητα είναι αυτά
(1917)Ερμηνεία: Επί των παντών απροσεκτων οσάκις οι άλλοι ομιλούσιν εις αυτους -
Μη θερίζης εκεί που δεν έσπειρες
(1962) -
Μη φυτρών'ς όπ' δε σι σπέρνουν
(1952)Λέγεται ως ενδεικτικόν εκείνων που εννοούν εις κάθε συζήτησιν να αναμιχθούν, ενώ δεν ζητείται η γνώμη των -
Μη φυτρώνεις κει που δε σε σπέρνουνε
(1938)