Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Διαμαντάρας, Αχιλλέας"
-
Εβώ 'μαθα να βρέχωμαι τσαι πάλε να ξεραίνω
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Εδούλεψαν τα πανιά του
Διαμαντάρας, Αχιλλέας (1915)Μπήκε στο νόημα των αλληγορικώς λεγομένων (αυτόθι) -
Εδώ ούλοι είνεν από την Πάρο, καένα δεν έσει απου την Τήνο
Διαμαντάρας, Αχιλλέας (1915) -
Εδώ σε θέλω κάβουρα να πατής στα κάρβουνα
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Εδώ σε θέλω κάουρα να π – πηδάς στα κάρβουνα
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Εθθέ β βαστάξης βασταόν τσ' εθθέν κρατής καντήλιν, να μη μ μολάρης την κλανιάν τσαι να (γ)ένης ρεζίλιν
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΈθθε = είθε και ας, σελ. 152 -
Εθθυμήθη αελιά τα κάρδαμα
Διαμαντάρας, Αχιλλέας (1915)Επί της χάριν ηδονής εις τα ίδια επιστρέφοντος εκ της εργασίας -
Εθύμωσε τσακάλης με το βουνό
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Είδα κατάραν που φελά, είδα τσ' ευσήν που βλάφτει
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Είδα κατάραν που φελά, είδα τσ' ευσήν που βλάφτει
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Είδες δόξαν το πρωί, εύρε λιμάνι το βράδυ, είδες δόξαν το βράδυ, καλωσύνη το πρωί
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΔόξα = ουράνιον τόξον -
Είναι τρύπιο σακκούλι
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΕρμηνεία: Επί των δαπανούντων αφειδώς και επί των μη δυναμένων να φυλάττωσι τι μυστικόν -
Είπα σε γεορτήν τσαι βλάφτη τσ' ε καρδιά σου θαραπαύτη
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Είπαν την γιορτή 'ν', τσ' εβλάφτη, τσ' εκαρδιά της θεραπέφθη
Διαμαντάρας, ΑχιλλέαςΕβλάφτη = δυσηρεστήθη, θεραπέφθη = ενδομύχως ευχαρεστήθη -
Είπεν ο γάδαρος τον πετεινόν τσεφάλα
Διαμαντάρας, Αχιλλέας -
Εκάεμ με η μάνα μου να μοιάσω του τσουρού μου
Διαμαντάρας, Αχιλλέας