Πλοήγηση ανά Λήμμα "άλας"
Αποτελέσματα 15-34 από 115
-
Βάλτ' αλάτ΄στα γαλότσια, να φλυγ' ο μισαφίρ'ς
(1916)Δια εκείνον που κάθεται πολλήν ώρα εις τας επισκέψεις του (αρμένικη βίζιτα) -
Βάλτου αλάτι
Για ένα πράμμα βρώμικο, που θέλει αλάτι. Μεταφορικά για την δουλεια που χάθηκε και πάει -
Δέν έχει αλάτι καθόλου
(1907) -
Έρται 'ς σ' άλας
(1929)Έρχεται 'ς τ' αλάτι Χαλδ. Επί γυναικός φιλερώτου. Η μεταφορά εκ των κατοικιδίων θηλαστικών ζώων, τα οποία προθύμως ακολουθούν τον δεικνύοντα εις αυτά άλας -
Έρται σ' άλας
(1939)Έρχεται στ' αλάτι. Για γυναίκα ή κορίτσι ενδοτικό. Ανάλογο με το : ψουνίζεται. Η εικόνα είναι παρμένη απο τη συνήθεια να δίνουν άλας στις αγελαδες που πλησιάζουν πρόθυμα στη φούχτα -
Έχει ψωμί κι αλάτι φαγωμένο
(1938) -
Ες σαϊτίζεις το ψουμίν τζαί τ' άλας
(1940)Διά τους επιλήσμονας φιλικών δεσμών και τους αγνώμονας ή κοινωνία τραπέζης και άλατος ώστε να είναι σοβαρότερος όρκος το “ Μα το ψουμίν τζάι τ' άλας πούφα(γ)α”!