Πλοήγηση ανά Λήμμα "ένας"
Αποτελέσματα 129-148 από 555
-
Έναν πάγγον λάμνουν
(1876) -
Έναν σήν τσάπαν, κ' έναν σά τσιλίδια
(1911) -
Έναν τό κάνει μά 'ναι λιοντάρι
(1876) -
Έναν τσουτσάκιν τήν άνοιξιν κί φέρει
(1886)Ένας ανθός έαρ ού ποιεί. Ερμηνεία: “Μιά χελιδών έαρ ού ποιεί”. Έτι δέ ομοία καί ή “εις ανήρ ουδείς ανήρ”, καθ' όσον υφ' ενός ουδέν κατορθούται. Σουίδ. Ζηνίδ. 111, 51. Δ. Χρυσοπ. Β' σελ. 241, Σχολ. Αριστ. σελ. 42 -
Ένας γάϊδαρος έχει αυτιά;
Ερμηνεία: όταν διαμφισβητή κανείς ένα πράγμα ως δικό του, τού λένε τό ανωτέρω -
Ένας είναι ο Βέης
(1950) -
Ένας ετσά κι' άλλος αλλιώς
(1876) -
Ένας ζαυλός εις τήν νισκιάν τζαί πελλός πού τού φυσά
(1940)Τό μισοναναμμένον δηλαδή ξύλον πολύ δυσκόλως ανάπτει -
Ένας Θανάης απ' τ' Σαμπατίνα, ένας κουντός μί γένεια
(1925)Παροιμία επιτοπία ήτις έμεινεν εκ τού χαρακτηρισμού, τόν οποίον έδωσε κάποιος μιά φορά περί τινός τού οποίου εγνώριζε μόνον τό βαπτιστικόν όνομα, τό χωριό, τό ανάστημα καί τά γένεια. Λέγεται όταν δέν δύναται κανείς νά δώση ...