Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 102-121 από 131
-
Η κόρ' εγάπανεν τον χορόν και ηύρεν λυριτζήν άντραν
(1940)Η κοπέλα αγαπούσε τον χορό και βρήκε άντρα λυριτζή. Αντίστοιχο με την παροιμία: Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι -
Η κορόνα, αφότι εκουλάκευεν τα μωράτες, εβγάλλινεν τα μάτια τουνα
(1940)Το κοράκι, την ώρα που χάϊδευε τα παιδιά του, έβγανε τα μάτια τους -
Η μαθράκα: βαραράκ βαραράκ λέει
(1940)Ο βάτραχος: βαραράκ βαραράκ, λέει. Οι συνάνθρωποί μου με βλάφτουν και με αδικούν σήμερα, μα ο βάτραχος λέει: Έστι δίκης οφθαλμός -
Η πεθερά μ' εμένυσε: η νύφε μου σαν κι εμέν ας έρκεται
(1940)Η πεθερά μήνυσε: η νύφη μου σαν κι εμένα (όπως είμαι κι εγώ) ας έρθει -
Η τσούνα 'κι επαιδεύκουτουν, τα τσουνοπούλια παίδευε
(1940)Ερμηνεία: Η σκύλα παιδεμό δεν είχε, παίδευε τα σκυλόπουλα -
Ήτον κι ο χρόνος δίσεχτος κι η νύφη γαστρωμένη
(1940)Για την αποτυχία που έρχεται πάνου ς' άλλη αποτυχία, για το δυστύχημα που έρχεται πάνου ς' άλλο δυστύχημα. -
Θάγμαν κι ανελέτι, γιούδουλον κι ιπρέτι!
(1940)Θαύμα κι ανελέτι (πολύ παράξενο, αξιοθαύμαστο) είδωλο και ιπρέτι (πολύ άσκημο πράμα!). Εκφραστικό του θαυμασμού, για όμορφο ή και για άσκημο πράμα -
Κάθε εμπόδιο σο καλό
(1940)Κάθε εμπόδιο στό καλό (νά 'βγει). Σαν πρόληψη. Άμα εμποδιστείς νά κάνεις τήν τάδε δουλειά σου, μή στενοχωριέσαι, γιατί ίσως νά σού έβγαινε σέ κακό -
Κάλλιο κόκκινος α σο θυμό, παρά κίτερνος α ση ζελία
(1940)Κάλλιο κόκκινος απ' το θυμό, παρά κίτρινος από τη ζήλια – Ότι η ζήλεια είναι φοβερό πάθος και βλαβερώτατο -
Κάτιναν 'κι εθέλινε κι εκείνος ελέϊνανε: τ' άρματα μου που να βάλω
(1940)Κάποιον δεν (τον) ηθέλανε (κάπου) κι εκείνος έλεγε: που να βάλω τ' άρματα μου; -
Καινούργιον κόσκινον, που να κρεμάνω σε; Κι όντες παλιώνεις, που να τινάω σε;
(1940)Συνοδεύεται από κείμενο...