Πλοήγηση ανά Λήμμα "μωρό"
Αποτελέσματα 1-16 από 16
-
Με το μωρό μωρεύεσαι, κλέφτεις και πομινεύεσαι
Ερμηνεία: Με τα παιδιά δηλαδή να μη κάμνης ουδεμίαν πράξιν, διότι γίνεσαι φανερός -
Μουρά Chυγκχαίν'ς πουρογιές ακούς
(1961) -
Μουρά να δώσης και σκατούλα να πλακώσης
Η απάντηση εκείνου προς ον κατώτερος και μη οικείος απευθύνεται με το “μικρό” -
Ο άθρωπος, λέει, 'ίνεται δυο βολές μωρό
(1963)Δηλαδή ο άνθρωπος ξαναμωραίνεται στην γεροντική ηλικία -
Όμορφομ μωρόσ στησ σούσαν, άνοστοσ στηγ γειτονιάν
(1948)Όμορφο μωρό στη κούνια, άσκημο στη γειτονιά -
Πολλά μουρά, πολλά κισμέτια
(1940) -
Σήμερα εσηκώσαμε το μωρό της Ανέττας
(1924)Λέγεται για ανθρώπους που αδυνατίσανε πολύ από αρρώστεια και με πολύ κόπο σηκώνονται από το κρεββάτι τους ή “Γιατί κυρά μου δεν πας στη δουλειά που σου λέω; Το μωρό της Αννέττας μας κάνεις; κάνεις πως δεν μπορείς να πατήσεις;” -
Τη μωρού το χατίρ' π' ετέρεσεν τ' εκεινού επελέστεν
(1931)Όποιος κοίταξε, ήτοι έκανε, το χατίρι του μωρού, δεν έκανε το δικό του -
Το μωρόν και ο παλαλόν έναν εν
(1881)Ερμηνεία: Επί παιδίων μικρών ποιούντων έργα παράφρονος ή ανοήτου και ανοήτους λόγους λεγόντων -
Το μωρόν όσοφ φάει έχ χαλάλιν του, τζ' όσοφ φορήση έχ χαράμιν του
(1940)Διότι ούτε αισθάνεται ούτε έχει ανάγκην επιδείξεως