Μίνια άλλ’, κάποιος Κ’νής (Κουνής) είχι ένα πιδί ούλο – ούλο. Κι αυτός ήταν στην Πόλ’. Πααίνουν κλέφτες την ημέρα. Είχανι κούλιες, γδένεται, τυλίγει το παιδί τς και το ρίχν’ στο βόθρο. Που είν’ η γυναίκα. Έφ΄γε. Πάει στου Δομοκό. Γλύτωσι τον πιδί, αλλά αμέσως πήρε δώδικα άντρες, τουφέκια κι έφ’γε για το Δομοκό. Άφ΄κε την περιουσία τς κι επήγε στην Πόλ’. (Για να μη τς πάρν’ αιχμάλωτο το πιδί). Πήγι στην πόλ’, μεγάλωσι του πιδί τς, να του παντρέψ’. Έτ’χε μια νύφ’ πλούσια. Είπα στου πιδί: «Εχ’ς μάννα; - Δε σι παίρνου. Γυναίκες παίρνου δέκα, αλλά μάννα δε ματαφκιάνου! της είπ’ αυτά κι δεν την παντρεύτ’κι.
Place recorded
Καρδίτσα, ΣμόκοβοRecording year
1959Source
Λ. Α. αρ. 2301, σελ. 321, Δ. Λουκάτος, Σμόκοβον Καρδίτσης, 1959Collector
Source index and type
2301, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT