JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
Αγιοτάρω : δίδω θάρρος, ιδία ενί φαντασμάτων. Να το αγιουτάρης (το φάντ) = να το ενθαρύνην να ομιλήση να του είπης : αγιούτο (θάρρος) τότε δε μόνον αγιουτάρει το φανταμ, όταν όταν είναι μετ'άλλων, άλλως είναι φόβος να τα πάρη την φωνήν.