Οι τρείς παίδες
Μια φορά ’τονε ένας βασιλιάς και του ’πενε ο μοιράρης πως δα κάμη τρία παιδιά κι απόκειας δα ποθάνη. Κι αυτός ήβαλε με το νου ντου «Εγώ θα κάμω δεκαπέντε χρόνους να πάω με τη γυναίκα μου να κάμω ένα παιδί. Κι απόι μετά άλλους δεκαπέντε χρόνους δα ξαναπάω να κάμω άλλον ένα και μετά άλλους δεκαπέντε να κάμω και το άλλο». Κάνει το κιόλας ετσά. Στσι δεκαπέντε χρόνους απάνω πάει με τη γυναίκα ντου και γαστρώνεται. Ήρθε καιρός να γεννήση. Κάνει έναν ασυρνικούδακι. Πάνε λένε στο βασιλιά: “Βασιλέα μου πολυχρονεμένε, ήκαμε η βασίλισσα ένα γυιό. - Βάψετε άσπρο το παλάτι και παίξετε τα τύμπανα να γλεντίσωμε”. Σε κάμποσην ώρα πάνε και του λένε: “Ήκαμε η βασίλισσα άλλον ένα γυιό. - Βάψετε μαύρο το παλάτι”. Σε κάμποσην ώρα πάνε και του ξαναλένε: ”Ήκαμεν η βασίλισσα άλλον ένα γυιό”. Και πέφτει ντελόγο και ποθαίνει. Επόμεινε χήρα η βασίλισσα κι ενέθρεψε τα παιδιά. Τα παιδιά από μικρά ήσανε με το φόβο του θεού. Ακόμη κι οντόν εβυζαίνανε δεν ετρώγανε τετράδα και Παρασκή. Τως ήδιδε η μάνα ντως το βυζί και αυτοί δεν το πιάνανε. Σαν επόθανεν ο κύρης τως, τως ήκαμε πόλεμο ένας άλλος βασιλιάς και τα πήρε σκλαβάκια. Επήγε τα στο παλάτι ντου κι ήδωκε διαταγή να τα καλοταΐζουνε να μη χαλάσουνε. Τα παιδιά πιάσανε το μάγερα και του ’πανε τετράδα και Παρασκή να μην τώσε ψήνη κρέας. “Μπα! Μα μου ’δωκε ο βασιλιάς διαταγή κάθα μέρα να σας έχω κρέας να μη χαλάσετε. - Δε δα χαλάσωμε, μόνο κάνε μας αυτή τη χάρη”. Εσυβάσανε το μάγερα και τως ήψηνε τετράδα και Παρασκή νηστήσιμο φαί κι ετσά νηστεύγανε χωρίς να το πάρει ο βασιλιάς χαμπάρι. Έναν καιρό ο βασιλιάς ήκαμε την εικόνα κι εκάλεσε όλο το λαό να την προσκηνήση. Όσοι επιστεύγανε τον αληθινό θεό δεν τον επροσκυνήσανε και τως ήκοβγε τσι κεφαλές τως και τσι ’ριχνε σ’ ένα χαυγά κι ήστεσε στοίβο από τσι κεφαλές των αθρώπω. Καλεί και τσι τρεις παίδες να την προσκυνήσουνε και δεν εδεχτήκανε μόνο του ’πανε : - Εμείς μόνο ένα θεό προσκυνούμε, αυτό που έκαμε τον ουρανό και τη γη και όλον τον κόσμο. Διατάσσει ντελόγο ο βασιλιάς και ρίχτουν τζις σε αφτομένο καμίνι. Και τούτως η φωθιά του καμινιού εβγήκε όξω κι ήκαψε το στρατό ντου και μέσα στο καμίνι κατέβηκεν ένας άγγελος με το θυμιατό στη χέρα κι εχορεύγανε μέσα στο καμίνι κι ελέγανε “ Τις Θεός μέγας και ο θεός ημών!”.
Τόπος Καταγραφής
Κρήτη, Μεραμβέλλο, ΛατσίδαΧρόνος καταγραφής
1938Πηγή
Αρ. 1162 Β, σελ. 147, Μ. Λιουδάκη, Μεραμβέλλο, Λάτσιδα, 1938Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
1162 Β, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT
Γλώσσα
Ελληνική - Διάλεκτος - ΚρητικήΣυρτάρι
Παραδόσεις ΛΖ΄- ΜΕ΄Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Παράδοση ΜΕΤίτλος παράδοσης
Οι τρείς παίδεςΣτοιχεία πληροφορητή
Λιουδάκης, Γιώργος Άνδρας 78Συλλογές
Εκτός απ 'όπου διευκρινίζεται διαφορετικά, η άδεια αυτού του τεκμηρίου περιγράφεται ως Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
Σχετικές εγγραφές
Προβολή εγγραφών σχετικών με κείμενο, συλλογέα, δημιουργό και θέματα.