Μια φορά ο Άρειος ήθελε να μπη στο συλλείτρουγο να λειτρουήση κι αυτός με τον πατριάρχη των ορθοδόξω. Αυτοί δεν τον εθέλανε. Πάει αυτός και βρίσκει το ζαμπίτη κι ο ζαμπίτης τώσε λέει: - “θα βάλετε και τον Άρειο στο συλλείτρουγο”. Σαν τό 'πενε ο ζαμπίτης ίντά ’θελα κάμουνε; Την άλλην ημέρα ήθελα λειτρουήσουνε μαζί με τον Πατριάρχη. Ο Πατριάρχης τη νύχτα ήκαμε την προσευχή ντου και είπε: “θε μου, κιά δεν είναι θέλημά σου να μπη στο συλλείτρουγο δείξε σημάδι”. Την ταχινή σκώνεται ο πατριάρχης και πάει στην εκκλησά κι αρχίζει τη δουλειά ντου. Φωνιάζουνε και του Άρειου. Σκώνεται κι αυτός κι εχαζιρεύγουντονε να πάη στην εκκλησά. Μπαίνει στ’ αναγκαίο να κάμη δουλειά ντου και πάνε τ’ άντερά ντου κάτω κι εξάνοιγεν ολοχάσκωντος απάνω. Ανιμένουνε να βγή, ανιμένουνε, πράμα! Πάνε και βρίσκουνε τόνε γκαγκαρωμένο. Ο θεός δεν ήθελε να μπη στο συλλείτρουγο. [ζαμπίτη = αστυνόμος, αναγκαίο = αποχωρητήριο, γκαγκαρωμένο = πεθαμένο].
Place recorded
Κρήτη, Λασίθι, Άγιος ΓεώργιοςRecording year
1939Source
Αρ. 1381, σελ. 41 - 42, Μ. Λιουδάκη, Λασίθι, Άγιος Γεώργιος, 1939Collector
Source index and type
1381 Α, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT