JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
Μπαμπάουλο: πραγμάτι, μορμολύκειον, δια του στόματος του οποίου χρησιμεύοντος ως φόβητρον εκφοβίζουν τα νήπια, ίνα μη κλαίουν. «μην κλαίς παιδί μου και σε πάρει το μπαμπάουλο»