Μια γυναίκα (Ελένη Κατσάνου, 35 ετών)είχε πεθάν’και πήκαν ότι βρουκολάκιασε, γιατί οπόταν ήταν το λείψανο στο σπίτ’ είχε σαλτάρ’ ο κάτος του σπιτιού από πάν’ κι ένεκα πόχουν την ιδέα, και σαλτάρ’ο κάτος στο λείψανο, τότε θα βρουκολακκιάς. Γι αυτό άμα πεθάν’ κανείς, τον αποκλούν τον κάτι σε μέρος, τον δένουν μέχρι σηκωθή το λείψανο. Παρουσιαζόταν λοιπόν με κεριά αναμμένα στα χέρια, κοντά στο σπίτι οπού κατοικούσε. Την δγιήκαν τρείς τέσσαρες βολές και περπατούσε με τα κεργιά αναμμένα. Κάνμ’αγιασμό στο σπίτι της και χάθκε. Ο βρουκόλακας παρουσιάζεται στα συγγενικά σπίτια, σπάζ’ πιάτα,ανακατών τα μαέρια δεν τις αφίν’να κοιμηθούν. Τα πρωτ’να χρόνια, ελέγανε ότι μέσ’από το νεκροταφείο έβγαιαναν βρουκολάκ’και ανέβαιναν στις αdενες του μύλου. Έγλεπαν φωτιές τη νύχτα και φέραν έναν Τούρκο, που γνώριζεν από δαιμονικά. Πήγε στο νεκροταφείο κι’έβγαλε ένα μαχαίρ’μεγάλο και πήγε και κάρφωσε κάποιο μνήμα το μαχαίρ’. (Ο κόσμος τον ακολουθά τι θανα πράξ’)Και το πήρε στο χέρ’ το μαχαίρ αυτό και κυνήγη σε το βρουκόλακα ένα γύρο στο χωριό και μετά έτρεξε προς τα κάτω και φώναζε Τούρκικα. Κι έτσι η σύχασαν οι χωργιανοί.
Τόπος Καταγραφής
Λήμνος, ΦυσίνηΧρόνος καταγραφής
1938Πηγή
Αρ. 1160, σελ. 45, Γ. Μέγας, Λήμνος, Φυσίνη, 1938Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
1160, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT