JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
σαρκκώννουμαι=ενσαρκούμαι, βρυκολακιάζω. Εν Κύπρω επικρατεί πρόληψις, ότι οι νεκροί, όταν δεν τύχωσι της νενομισμένης θρησκευτικής τελετής και των τελευταίων Χριστινιακών καθηκόντων, σαρκεύουνται και εμφανίζονται είς τίνας. Ως ο πεθαμμένος εσασκέθητσει.