Υποχθόνιαι φωναί
Ένας όμιλος συνοδοιπόρων μεταβαίνων στο Λιδωρίκι, ενύχτωσε στη θέσι ‘’Μελανά Λιθάρια’’μεταξύ Αρτοτίνης και Κρεατσίου της Δωρίδος και έπεσαν να κοιμηθούν. Πριν καλά-καλά πάρουν το πρωτούπνι, σηκώθηκαν όλοι έντρομοι!Ένας εκ της συντροφιάς, ακριβώς υποκάτω από τη θέσι που κοιμόταν, άκουσε μια παράξενη φωνή : ‘’Έι με πάτησες!γεμάτος φόβο πετάχτηκε από τον ύπνο του και συλλογιζόταν. Να ήταν τάχα φωνή ή να έβλεπε όνειρο!Ακούει και πάλι τα ίδια λόγια. Έι με πάτησες, κάμε πάρα πέρα! Σκουντάει τους συντρόφους του. –Σηκωθήτε αμέσως απάνω, μη χασομεράτε. Ξύπνησαν και άρχισαν να ρωτούν. Τι συμβαίνει; Τι τρέχει; -Αφουγκρασθήτε! Ολοι τώρα άκουσαν τα ίδια σχεδόν λόγια κάτω από την θέσι που κοιμόταν ο καθένας. Έι με πάτησες! Άλλη φωνή μ’έσκασες, κουνήσου πάρα πέρα!Νόμισαν ότι θα ήταν ξωτικά και άρχισαν να σταυροκοπιώνται και να επικαλούνται την θείαν βοήθειαν : Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς..ψιθύριζε ο ένας. Πισταύω εις ένα θεόν.. προσευχόταν ο άλλος. Αλλά με όλες τις προσευχές, οι φωνές εξακολουθούσαν. Τότε ένας από τους συντρόφους, τους λέει: -Βρέ, τι πάτερ ημών-και πισταύω και κολοκύθια στο πάτερο! Αυτά δεν είναι ξωτικά. Τώρα θυμήθηκα. Σηκωθήτε να φύγωμε. Στη θέσι αυτή, όπως έχω ακούσει, εδώ και κάμποσα χρόνια έγινε πετσοκόμος με μαχαίρια, σωστό μακελειό και επλημμύρισε όλος αυτός εδώ ο τόπος από αίματα. Οι σκοτωμένοι φωνάζουν!Και έτσι σηκώθηκαν και έφυγαν!
Place recorded
Άδηλου τόπουRecording year
1953Source
Κ. Σταυροπούλου, Ο κεκρυμμένος θησαυρός των λαϊκών παραδόσεων, Αθήναι, 1953, σελ. 66Collector
Source index and type
Ο κεκρυμμένος θησαυρός των λαϊκών παραδόσεων, ΒιβλίοItem type
ΠαραδόσειςTEXT