Μια φορά ήπεσε θανατικό πανόγλα σ' έναν τόπο, απού δεν επροφτάνανε να θάφτουνε. Μια γυναίκα, χήρα γυναίκα, παίρνει τη θυγατέρα τζης και μισεύγει. Να πηαίνω θέλω 'γώ ίσαμε να περάση το θανατικό κι απόι δα νάρθω. Μισσεύγει κι ήλειπεν είκοσι χρόνους, Στσ' είκοσ΄απάνω λέει: Να γυρίσω θέλω γω στο σπίτι μου , να δω ίντα γίνεται. Γιαγέρνει στο χωριό τζης, ερημιά μιγάλη. Πάει στο σπίτι τζης. Θωρείν στην παρασθιά τζης τον άθο σωρεμένο. Μωρέ, αφτή κοντό η φωθιά μου ακόμη; - Αφτεί!. Ακούει μια φωνή και πέφτει ντελόγο και ποθαίνει. Ήτονε η πανόγλα που την ενίμενε είκοσι χρόνους για να μην αφήση κανένα από το χωριό.
Place recorded
Κρήτη, Μεραμβέλλο, ΛατσίδαRecording year
1938Source
Αρ. 1162 Β, σελ. 111 – 112, Μ. Λιουδάκη, Μεραμβέλλο, Λάτσιδα, 1938Collector
Source index and type
1162 Β, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT