JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
κρούσμα, ουδ. Φάντασμα κτυπητόν, όραμα. Γίνεται χρήσις της λέξεως φάντασμα εν τη αυτή σημασία π.χ. Ιψές τα μισάνυχτα είιδα στου δρόμου ένα σκλλί κι μ' φάν'κι σαν κρούσμα.