Μια βολά πάγαινε ο γέρος μας με τ' άλογα βαλμάς (μισθωτός αγωγιάτης) στη Δαύλεια. Σκώθηκε να μαζώθη τα ζα να πάη στο κάμπο να φέρ' το αργατικό του (τον κόπο του), το στάρι. Βγαίν' απ' όξω και λέπ' έναν παπά με κάτι παπούτσια μακρυά. Κατάλαβε! Έρχεται πίσω και λέει στη γριά ν' αμπαρώση το σπίτι. Παίρν' τα ζα και παγαίν'. Κει τον έπιασε ανατριχιάδα και φαγούρα. Καμιά βουλά πάνε στη Δαυλειά, πέφτει σ' ένα σπίτι ξερός. Έρχεται. Γιατρεύτκε με διαβάσματα. Και τώχουμε και το λέμε, στις 12 τη νύχτα να μη βγαίνουμ' έξω.
Place recorded
Βοιωτία, ΑράχωβαRecording year
1938Source
Αρ. 1153 Β, σελ. 127, 4, Αράχοβα, Μ. Ιωαννίδου, 1938Collector
Source index and type
1153 Β, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT