dc.contributor.author | Οικονομίδης, Δημήτριος Β. | |
dc.coverage.spatial | Θεσπρωτία, Σούλι, Γαρδίκι | |
dc.date.accessioned | 2016-01-15T11:09:28Z | |
dc.date.available | 2016-01-15T11:09:28Z | |
dc.date.issued | 1958 | |
dc.identifier.uri | http://hdl.handle.net/20.500.11853/296205 | |
dc.language | Ελληνική - Κοινή ελληνική | |
dc.language.iso | gre | |
dc.rights | Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές | |
dc.rights.uri | https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el | |
dc.title | Μια φορά που ήμουν μικρός άκουσα τς γερόντους να κουβεντιάζουν, ο ένας με τον άλλον. Ο ένας έλεγε: - Όταν κίναγα να πάνω για κλεψά αν δεν θα μου έβγαινε σκυλί αμπρουστά να με πάνιγε και να μ’ έγερνε, δεν έπαιρνα τίποτα, δεν μπόραγα να κλέψω. Κι όταν μου έβγαινε το σκυλί, που κίναγα να πάνω να κλέψω, πάνιγα για κλεψά. Και κίρδιζα. Ο άλλος του είπε. Ήταν ο διάβολος αυτός οπού σου έβγαινε το σκυλί εμπροστά, γιατί κ’ εγώ μια φορά του είπε έχω ιδή, πέραγα τη νύχτα απόξω ‘πο το χωριό που πάνιγα στο σπίτι μια ώρα νύχτα και κει πέρα του λέει στο Γκαλπάκι (έβγαινε και νερό εκεί λίγο) άκουσα του λέει βιολιά και άργανα βάριγαν ντέφια και φοβήθ’κα του λέει, όσο που σκαπέτησα στον Άη – Λιά τ’ άκουγα. Όταν σκαπέτ’ σα στον Άη – Λιά, έ, είπα, τώρα, του λέει, θα γλυτώσω. Και ο άλλος του είπε. – Το σκυλί το μαύρο το τεσσερομάτικο το κυνηγάει τον διάβολο. Και αυτό εγώ τ’ ακουρμάστ’κα εκεί και τα ‘χω στην ιδέα μου τα θυμιέμαι σαν να’ ναι σήμερα. Και με κάμποσο καιρό έ, με την κουβέντα που μου είπαν αυτοί, έλαχε το διάστημά μου της ζωής έχω περάσει πολλά σκυλιά, τσομπάνος ήμουνα, μία φορά είχα ένα σκυλί μαύρο τεσσαρομάτικο (από πάν από τα μάτια είχε φόλες άσπρες όπως το μάτι, ίσα με το μάτι κι αυτές) και ένα βράδυ όπως ενύχτωσε και έφαγα στην στάνη (μαναχός μου ήμουν αυτή τη βραδυά) έρθε η ώρα να κάμω το σταυρό για ν’ ακουμπήσω να κοιμ’θώ. Έβρεχε όξω. Χειμώνας. Ακούω το σκυλί, όπως ήταν εκεί που κάθονταν όξω απού το μαντρί ελαχτάρισε. Έκαμε σαν όταν ένας να ρίχνεται να το αρπάζ’. Και το σκυλί χα μωρέ είπα. Και τον στρώνει με το κίνημα που έκαμε. Σαν να τον άρπαξε πο πίσω και τ’ όργανο βάριγε (Ο Ιωάννης Τζουγγάρης σταυροκοπείται). Ένα διάστημα έως εκεί έφτακε το σκυλί που τον κυνήγαγε και τ’ άργαν’ που βάριγε. | |
dc.type | Παραδόσεις | el |
dc.description.drawernumber | Παραδόσεις ΚΣΤ΄ - ΛΣΤ΄ | |
dc.relation.source | Λ. Α. αρ. 2277 Α, σελ. 142 – 144, Δημ. Β. Οικονομίδου, Γαρδίκιον Σουλίου, 1958 | |
dc.relation.sourceindex | 2277 Α | |
dc.relation.sourcetype | Αρχείο χειρογράφων | |
dc.description.bitstream | D_PAA_04947w, D_PAA_04947w2 | |
dc.informant.name | Τζουγγάρης, Ιωάννης | |
dc.informant.gender | Άνδρας | |
dc.subject.legend | Παράδοση ΛΑ | |
edm.dataProvider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.dataProvider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.provider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.provider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.type | TEXT | |
dc.coverage.geoname | 252941/Θεσπρωτία, Σούλι, Γαρδίκι | |