Το κρυφό χωριό
Ήταν ένα χωριαδάκι μικρό κι είχε τ’ αλώνι (που σώζεται και σήμερα). Λέγαν πως στ’ αλώνι αυτό μαζεύονταν Νεράϊδες και χορεύανε. Εγώ από τ’ αλώνι ήταν ένα καλύβι, πήγε ένας χωριανός και κοίταζε τη νύχτα της 12. Είχαν κάτι μαζί τς, που όταν χόρευαν το άφηναν καταγής (ένα μαντήλι να πούμε). Ο χωριάτης αυτός βρήκε την ώρα που χόρευαν και πήρε τη μαντήλα. Βάρεσε τα παλαμάκια η αρχηγίνα, έφυγαν οι Νεράϊδες έμεινε κείνη αιχμάλωτος. Μαζευτήκαν οι Νεράϊδες γύρω από το καλύβι και τον απειλούσαν, δεν έφευγαν. Λάλησε ο κόκκορας. Ξημέρωσε, αναγκάστηκαν να φύγουν. Κλείδωσε τη μαντήλα στο μπαούλο, η Νεράϊδα έμεινε. Είχε όμως γυναίκα αυτός και δεν ήθελε να την κάμη γυναίκα του. Δέκα μέρες την είχε μονάχα κι ύστερα της είπε να την ελευτερώση. Να της δώση τη μαντήλα. Εκείνη του είπε να την πάη στ’ αλώνι και να της δείξη το μέρος γιατί δεν ξέρει αλλιώς να πάη. Την πήγε κείνος και για να τον ευχαριστήση, του είπε πως θα ζήση 20 χρόνια μόνο. Και τω όντις τόσο έζησε.
Place recorded
Καρδίτσα, ΡεντίναRecording year
1959Source
Λ. Α. αρ. 2301, σελ. 82 – 83, Δ. Λουκάτος, Ρεντίνα Καρδίτσης, 1959Collector
Source index and type
2301, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT