Κατά το διάστημα του 12ημέρου ως και πολλαχού ούτω και εν Μήλω επιστεύετο, οκ ενώ ο Χριστός ήτο αβάπτιστος, εύρισκαν την ευκαιρίαν οι καλλικατζιάροι να βγούν και να πειράζουν τους ανθρώπους. Οι καλλικατζιάροι ήταν ‘’αθρωπάκια’’ μικρά, μαυρειδερά, με ποδάρια σαν του τράου με οργιά (=ουρά) και με μακριά νύχια. Τσοι ‘στερνε ο ξά ‘πό πα (=ο έξω από δώ, δηλ. ο διάβολος) να πειράξανε τσοι αθρώποι. Δεν εμπαίνανε από τη μπόρτα αλλά κατεβαίνανε από το φουγλάρο (=καπνοδόχος) στο τζάκι για να μαγαρίσουνε (μυάνουν) το φαί και να κάμουνε και ότι διαολιά μπορούνε. Λένε πως πιάνανε και τσοι αθρώποι στο χορό μα εγώ δεν το ξέρω. Αυτή τη δουλειά ξέρω πως τηνε κάνανε οι ανεράιδες που καρτερούσανε στα τρίστρατα και άμα περνούσε καμμιά τη νύχτα, τηνε βάνανε στο χορό και δεν την αφήνανε ά δεν ξημέρωνε. Το καλό μας που η βασιλεία τηνε δε βαστά πολύ γκαιρό. Μέχρι που να αγιάση ο παπάς και δός του δρόμο, από δώ πάνε κι άλλοι (γίνονται άφαντοι). Άμα φεύγονε οι Καλλικατζιάροι λένε. Πάμε για να φύγωμε γιατ’ έρχετ’ ο Τουρλόπαπας με την αγιαστούρα του και με την μπαστούρα του.
Τόπος Καταγραφής
ΜήλοςΧρόνος καταγραφής
1960Πηγή
Λ. Α. αρ. 2339, σελ. 148, Κων. Βήχου, Μήλος, 1960Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
2339, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT