Α! Διηγημάτια (Στοιχειά). 1. Ο αράπης
Μια βολά, λέει, ο κύρης μου εκοιμούντανε 'ς αλετρουδιό και θωρεί να ‘ναράπη κ’ εγύριξε την πέτρα και του ‘λεγε: Σήκω ‘πο ‘κεί και οι Τούρκοι έρχονται! Και ο κύρης μου του ‘κανε. – Δε μισεύγω. Ύστερα ήρθαν οι Τούρκοι κ’ εβάστανε ‘να σπαθί και τσυ ‘ξύγωνε από πίσω και τσυ ‘ποκώλωσε ‘ς το Βόλακα. Κι από ‘κειά πάει και του κάνει – Θές παράδες; λέει –Θέλω. Και του πάει ‘να σακκούλι γεμάτο παράδες. Ύστερα πάλι του λέγει. –Θές κι άλλους; Λέει – θέλω. Και πάει και του φέρνει άλλο νένα σακκούλι γεμάτο. Κι απόκειας πάλι του λέει –Θές κι άλλους; λέει –θέλω. Και του ξαπλώνει ‘να μπούλο και φεύγει.
Place recorded
Κρήτη, ΡωγδιάRecording year
1908Source
Ι. Ν. Ζωγραφάκη, Δημ. Αναλ. Ρωγδιάς Κρήτης, Ελλην. Φιλ. Συλ. Κων/πόλεως, 31 (1907 – 1908), σελ. 121, αρ. 1Collector
Source index and type
Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος, 31, ΠεριοδικόItem type
ΠαραδόσειςTEXT