Ο σπήλιος με το μάλαμα
Στο Χαράκι της Έμπωνας έχει ένα μέρος γεμάτο π’ετρες πελεκητές, κι εκειά άνοιγε την Πρώτην Ανάστασην μια πόρτα και παρουσιάζετον ένας σπήλιος γεμάτος μάλαμα. Όποιος επρόφταινεν κι έμπαινεν μέσα κι έβγαινε στη στιγμήν έπαιρνεν μάλαμα όσον ήθελε. Ένας Πολλωνιάτης επρόφτασεν κι επήεν μέσα στο σπήλιον και το μάτιν του έπεσε σ’έναν τουφέκι μαλαματένο, που το φύλα(γ)εν ένας Αράπης. Αντίς να πάρη μάλαμα και να φύη, εμπάλευκεν με τον Αράπην να πάρη το τουφέκκι, κι έτσι πέρασεν η ώρα κι’ έκλεισεν η πόρτα. Ο Πολλωνιάτης έμεινεν μέσα στο σπήλιον κι ο Αράπης του είπε δίνοντάς του μίαν πέτρα : Τώρα να γλύφης αυτήν την πέτραν ώστα να γυρίση ο χρόνος. Σαν εγύρισεν ο χρόνος, ήβγεν ο Πολλωνιάτης που την πόρτα που άνοιξεν ανήμερα την Πρώτην Ανάσταση και σαν επήε στο χωριόν του, διηγήθηκεν όλα τα καθέκαστα και σε τρείς μέρες επέθανε. (Πολλωνιάτης- Κάτοικος του χωρίου Απολλώνων που βρίσκεται κοντά στο χωρίον Έμπωνα, στις ποδιές του Προφητ’ Ηλία.
Τόπος Καταγραφής
ΡόδοςΧρόνος καταγραφής
1939Πηγή
Αναστ. Βρόντη, Ροδιακά Α', 1939, σελ. 52, αρ. 3Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Ροδιακά, Α, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT