Γκουγκουχτούρα (η) Είδος περιστέρας φαιάς το χρώμα εχούσης μέλαν περιταίμιαι. Ονοματοπεποιημένη λέξη εκ της φωνής του πτηνού (γκού, γκού χτού, γκού γκου χτού), Περί του πτηνού ταύτου υπάρχει παρ’ημίν παράδοσις, καθ’ην λέγεται ότι στο άλλοτε μαθητής ράπτου ‘ς επειδή υπέφερεν υπο του προισταμένου του πολλά δεινά, παρακάλεσε τον θεόν να τον μεταβάλη εις πτηνόν. Ο θεός λοιπόν εισακούσας της δεήσεώς του μετέβαλον αυτόν εις πτηνού και επειδή κατά την μυταμόρφωσην έφερε μαύρον ράμμα επι του λαιμού του έμεινεν έχων το μέλαν περιλαίμιον.
Place recorded
ΑδριανούποληRecording year
1889Source
Αρ. 394,σελ. 11, Αδριανούπολις, Κ. Γ. Κουρτίδης και Γ. ΚωνσταντινίδηςSource index and type
394, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT