Ο φούρνος της γριάς
Το Μάη, πόφευγαν μια φορά οι βλάχοι από τον κάμπο του Βραχωριού που ξεχείμαζαν, και πήγαιναν μαζί με τα πράματα τους και τα κονάκια τους απάνω 'ςτην Κυρά Βγένα να ξεκαλοκαιριάσουν, 'ςτο δρόμο την παράτησαν τη μαύρη μέσα σε μια σπηλιά απάνω 'ςτο βουνό και τραύηξαν το δρόμο τους. Η γριά έμενε τότες εκεί, ώς που πέθανε, και όποιο διαβάτη έβλεπε, τον παρακάλαγε και της έκοβε ξύλα, για να ανάφτη φωτιά να ζεσταίνεται. Και τώρα, άμα περνάν οι βλάχοι με τα κονάκια τους κάθε Άξ Δημήτρη και κάθε Μάη απ' τη σπηλιά που μοιάζει σα φούρνος με τη γωνιά του, ανάβουν εκεί μέσα μια μεγάλη φωτιά. Και πάντα όποιος διαβαίνει νύκτα πό κεί, ρήχνει κ' ένα ξύλο 'ςτο φούρνο της γριάς για να μην απαντήση παραπέρα τον ήσκιο της και του πιάση το δρόμο. Σημ. Κοντερά και Σιτόμενα : χωριά του δήμου Θέρμου της Τριχωνίας.
Τόπος Καταγραφής
ΑιτωλίαΧρόνος καταγραφής
1914Πηγή
Γ. Ρουσιάς, Λαογραφία Δ, Παραδόσεις Δ, 1913 – 1914, Εν Αθήναι, σελ. 304 , αρ. 4Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Λαογραφία, Δ, ΠεριοδικόΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT