Ο Άγιος Σπυρίδωνας κι η κόρη του
Ο άγιος Σπυρίδωνας είχε μια θυγατέρα που την ελέγανε Ερήνη. Μια φορά τσι καλέσανε στο γάμο και δεν είχενε η κοπελιά χρυσαφικά να βάλη. Επήαινε κι εζήτηξε τα χρυσαφικά τση γειτόνισσας, εστολίστηκε κι επήγε στο γάμο. Σαν εγιάγειρε δεν ήβγαλε δα το κακορίζικο τα χρυσαφικά να τα δώση τση γειτόνισσας, μόνο τα ’βαλε εκειά σε μια θυρίδα. Με τον καιρό ερρώστησε κι επόθανε η κοπελιά. Η γειτόνισσα πάει στον άγιο Σπυρίδωνα και του λέει: - Ευλοημένε, η θυγατέρα σου μου ’πηρε τα χρυσαφικά και δε μου τα γιάγειρε. Ο άγιος Σπυρίδωνας σκώνεται τότεσά και πάει στο μνήμα τση θυγατέρας του και τση λέει: - «Ερήνη ίντα ’καμες τα χρυσαφικά τση γειτόνισσας; - Στη θυρίδα τα ’χω, πατέρα μου». Και πάει και βρίσκει τα χρυσαφικά τση γειτόνισσας και δίδει τση τα.
Place recorded
Κρήτη, ΙεράπετραRecording year
1938Source
Αρ. 1162 Γ, σελ. 100, Μ. Λιουδάκη, Μεραμβέλλο, Λάτσιδα, 1938Collector
Source index and type
1162 Γ, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT
Language
Ελληνική - Κοινή ελληνικήDrawer
Παραδόσεις Ι΄- ΙΕ΄Legend classification (acc. Politis)
Παράδοση Ιιζ 61Legend title
Ο Άγιος Σπυρίδωνας κι η κόρη τουInformant
Λιουδάκης, Γεώργιος Άνδρας 78Collections
Except where otherwise noted, this item's license is described as Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
Related items
Showing items related by Text, collector, creator and subjects.
-
Το αλοάρι = βρέσιμο, αρχαία πράματα κρυμμένα, χρυσαφικά, λεφτά κλπ. Ώ! Θέ μου, μια ξόδεψη που ίνεται (γίνεται) κεί μες στο σπίτι, και, δε θαρρεί κανείς πως εβρήκαν αλοάρι. (τ’ αροάργια) Είντα λεφτοβόλι κι είντα κακό είν’ που το χαλούν ευτοί οι αθρώποι θαρρεί κανείς, πως είν΄αλοάρι μες στο σπίτι dώνε.
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925)