Αθίγγανος ο κατ’ εξοχήν ρυπαρός και βρωμερός. Λέγεται και Ατσίγγανος, Τσιγγάνος και Τσιγγούνης. Ο Αθίγγανος θεωρείται ο μάλλον φιλάργυρος, απατεών και αγύρτης εις τας δοσοληψίας του, εξ ου καθ’ ημάς και το Τσιγγανία και Τσιγγουνία και Τσιγγένης και Τσιγγούνης. Δια τον Αθίγγανον υπάρχει και η εξής λαϊκή παράδοσις. Οι Εβραίοι οι τον Ιησούν Χριστόν συλλαβόντες παρήγγειλαν εις τον Αθίγγανον να κατασκευάση τέσσαρα καρφιά, άτινα θα εχρησιμοποίουν όπως κρεμάσωσι τον Ιησούν. Η Παναγία ηρώτησε τον Αθίγγανον τι κατασκεύαζε εκείνος δε της απεκρίθη ότι κατεργάζεται δια τον Χριστόν καρφία, και ότι ένεκα της καλής του προαιρέσεως (1) κάμνει όχι τέσσαρα, όπως του παρήγγειλαν, αλλά πέντε. Τότε η Παναγιά τον κατηράσθη. Η Παναγιά του είπενε και τον εκαταράστη. Άτε, μωρέ Ατσίγγανε, ποτέ τσιμιά μην κάμης. (Ιδέ και Νεοελ. Αναλ. Τ. Β σελ. 122). Έκτοτε ο κατηραμένος Αθίγγανος πλανάται εις τον Κόσμον ανέστιος. Εις το μοιρολόι του Χριστού, όπερ η γρηούλες απαγγέλουσι την εσπέραν της Μ. Παρασκευής παρά τον Επιτάφιον, η Παναγιά φέρεται λέγουσα: «Χαλκιά, πούκοψες τα καρφιά για τον μονογενή μου» «Τ’ αμόνι σου να τσακκιστή και το σφυρί να σπάση» «Σαν του Σαββάτου τον καπνόν να γέν’ η ελικιά σου».
Place recorded
ΡόδοςRecording year
1937Source
Γερασίμου Δ. Δρακίδου, Ροδιακά, Αθήναι, 1937, σελ. 214, αρ. 1Collector
Source index and type
Ροδιακά, ΒιβλίοItem type
ΠαραδόσειςTEXT