JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
Η πλύστρ' αποdεν επόπλυνε, τή gοπανίδα τζ' ήφαε
Comments and Use
Πλύστρ' = η γυναίκα που πλένει γενικώς, όχι εκείνη μόνο που έχει τήν πλύση ως επάγγελμα Δηλαδή η πλύστρα, επειδή κουράζεται πολύ, πεινα Λέγεται γενικώς, όταν μετά από εργασία πεινα κανείς πολύ ή τρώη μέ βουλημία