JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
Τον πήρενε αλλακάπα
Comments and Use
Ερμηνεία: Τον αναποδογύρισε ή τον εσκέπασε π.χ. Αναποδογύρισένε η βάρκα, τσαι τον πήρενε αλλακάπα, δεν τον ελογάριασε π.χ. Του 'πα πολλά, μα ο συμπέθερος τα πήρενε αλλακάπα, βενετ. Alla capa