Comments and Use
Λέγεται όταν λέη κανείς κάτι και δεν έχη την ικανότητα να το τελειώση, κυρίως δε σε τραγούδι ή σε μοιρολόϊ. Παραμεριάρη = τοποθεσία, συνοικία της Απειράνθου, όπου υπάρχει ένα κατωφερικό μικρό κτήμα και ρίχνουν κάποτε άχρηστα αντικείμενα οι περίοικοι