JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
Άρπαξεν απ' άρπαξεν σουβλί σουβλί σουβλόρρριζα
Comments and Use
Σουβλί = μικρόν τεμάχιον εκ σιδήρου σουβλερόν (μυτερόν), όπερ μεταχειρίζονται οι υποδηματοποιοί όταν ράπτουν υποδήματα. Εννοείται μετά του ξύλου εφ΄ ου είναι στηριγμένον. Μόνον του λέγεται σουβλόρριζα